Αρθογραφία Γιώργου Παπαγιαννόπουλου




ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Κ. ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ
Η ουσία του Βορειοηπειρωτικού Ζητήματος


"O αγώνας για την ελευθερία είναι η ίδια η μοίρα και η φύση του ανθρώπου". Με αυτή τη φράση κλείνει το τελευταίο πόνημά του, με τον τίτλο: "Χιμάρα, Το Aπαρτο κάστρο της Βορείου Ηπείρου" (Εκδόσεις Διόρασις), ο άξιος μελετητής και συγγραφέας Κώστας Χατζηαντωνίου. Βαθύς γνώστης του ζητήματος, όχι μόνον της Χιμάρας αλλά του σύνολου βορειοηπειρωτικού, ο συγγραφέας κεντάει βελονιά-βελονιά τον καμβά έως ότου αναδυθεί ανάγλυφα μπροστά μας όλη η πορεία στο διάβα του χρόνου, τούτης της ακροτελεύτιας γωνιάς του Ελληνισμού. Έτσι, προκύπτει μπροστά μας, ένα βιβλίο πολλαπλής χρηστικής αξίας: ντοκουμέντο, κείμενο ιστορικό, πατριδογνωσία, με στοιχεία αριθμητικά και λογοτεχνικές αναφορές. Φόρος τιμής, ύμνος ελευθερίας για τους Χειμαριώτες και τη Χειμάρα.
Ας προσεγγίσουμε το θέμα, εντοπίζοντας ορισμένα βασικά σημεία:
Α) Η Ήπειρος ελληνική από αρχαιοτάτων χρόνων
Η Ήπειρος είναι ένας από τους αρχικούς πυρήνες -αν όχι ο αρχαιότερος- συγκρότησης του ελληνικού έθνους και χώρος εξόρμησης των Ελλήνων προς Νότον. Ο ηπειρωτικός πολιτισμός μετατοπίστηκε αργότερα στην υπόλοιπη Ελλάδα, οι δε Σελλοί ή Ελλοί έδωσαν στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο το όνομα Ελλάς. Τούτο διακηρύσσει ο Σταγειρίτης φιλόσοφος Αριστοτέλης: "Αρχαία Ελλάς εστίν η περί την Δωδώνην και τον Αχελώον^ ώκουν γαρ οι Σελλοί ενταύθα και οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυν δ' Έλληνες" (Αριστοτέλους, Μετεωρικά, 14). Για την ΄Ηπειρο έχουν γράψει πλείστοι όσοι. Αναφέρω επί τροχάδην: Όμηρος, Πίνδαρος, Προκόπιος, Κλαύδιος ο Πτολεμαίος, Στράβων, Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Θεόπομπος, Εκαταίος, Παυσανίας, Πλούταρχος, Στέφανος Βυζάντιος, Διονύσιος ο Περιηγητής, Πλίνιος, Πολύβιος. Πόσοι άλλοι δε, θα μιλήσουν γι' αυτήν στο διάβα των αιώνων. Κλείνω αυτήν την ενότητα μ' ένα απόσπασμα του Γάλλου ιστορικού, δημοσιογράφου και συγγραφέα Ρενέ Πυώ, ο οποίος επισκέφθηκε την περιοχή το 1913: "Το δικαίωμα της ένωσης της Χειμάρας με την Ελλάδα, τεκμηριώνουν οι παραδόσεις της, ο πατριωτισμός της, καθώς και η γεωγραφική και οικονομική της θέση. Είναι το τελευταίο επικόσμημα στο κοντάρι της γαλανόλευκης σημαίας σε αυτή τη μεριά της Ηπείρου και είναι τόσο καλά μπηγμένο που καμμιά θύελλα δεν θα μπορέσει να το αποσπάσει. Όλο το ύφασμα να σχιστεί, αυτό θα μείνει στη θέση του! Δεν καθόρισε λοιπόν η Ελλάδα τα όρια της ελληνικής Ηπείρου μέχρι την παραλία, βορείως της Χειμάρας, από κενοδοξία, για να διευρύνει τα σύνορά της. Είναι αδύνατο η Χειμάρα να μη γίνει ελληνική. Διότι είναι ήδη ελληνική...".
Β) Η δημιουργία του βορειοηπειρωτικού ζητήματος
"Η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προκαλεί, όπως είναι γνωστό, τη γένεση του περίφημου Ανατολικού Ζητήματος, το ζήτημα της διανομής δηλαδή των εδαφών της. Οι Έλληνες, οι νόμιμοι κληρονόμοι, έχουν ν' αντιπαλέψουν τόσο με του βαλκανικούς φυλετισμούς, αλλά κυρίως με τον επεκτατισμό και τα συμφέροντα της Δύσης. Ιδιαίτερα επιθετικές και με άμεσες βαλκανικές φιλοδοξίες, ειδικά για τα εδάφη των ανατολικών ακτών της Αδριατικής, εμφανίζονται από τα τέλη του 19ου αιώνα, Ιταλία και Αυστρία. Έχουν, λοιπόν, αυτές οι δύο χώρες άμεσο και κοινό συμφέρον, μαζί με την Τουρκία, να εμποδίσουν την ελληνική και σερβική παρουσία στον χώρο αυτόν και έτσι αναλαμβάνουν έναν "μαιευτικό" ρόλο για να γεννηθεί το περιώνυμο "αλβανικό" έθνος. Ιταλία και Αυστρία συνέκλιναν αρχικά, στην από κοινού ολόθυμη υποστήριξη της εθνικιστικής Λίγκας της Πρίζρενης. Τον Μάϊο του 1897, υπογράφτηκε αυστροϊταλική συνθήκη, που προέβλεπε να υποστηριχθεί η διατήρηση της οθωμανικής κυριαρχίας στην Ήπειρο και την Αλβανία και αν αυτό καθίστατο δυνατό, να υποστηριχθεί η αυτονομία της. Στις 29 Ιουλίου 1913, η Αλβανία αναγνωρίστηκε ανεξάρτητη, ουδέτερη και κληρονομική ηγεμονία, την οποία διεθνής Επιτροπή θα οργάνωνε διοικητικά, οικονομικά, στρατιωτικά και αστυνομικά. Το τελευταίο έργο ανέλαβαν Ολλανδοί αξιωματικοί, ενώ ηγεμόνας ορίστηκε ο Γερμανός συνταγματάρχης Γουλιέλμος Βηδ. Με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, τέλος, η τουρκαλβανική άρχουσα τάξη (τα συμφέροντα της οποίας εξυπηρετούσε το νεοσύστατο κράτος) πέτυχε να περιληφθεί στα όρια της Αλβανίας η Βόρειος Ήπειρος, όρος άγνωστος ως τότε, αφού υπάρχει μία ενιαία Ήπειρος με όρια από τον Αμβρακικό Κόλπο ως τον ποταμό Γενούσο, βόρεια του οποίου άρχιζε η Αλβανία. Καθ' όλον τον 20ο αιώνα, με τη σύμπραξη και ελληνορθόδοξων στοιχείων, αργά και μεθοδικά θα δημιουργείται το αλβανικό έθνος, με βάση πάντα την ιμπεριαλιστική επιθυμία της Δύσης ν' αποκόψει την Ελλάδα και τη Σερβία από την Αδριατική. Με τη διχοτόμηση της Ηπειρού, δημιουργήθηκε το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, που ως τις μέρες μας παραμένει εκκρεμές (νομικά, ηθικά και διπλωματικά) διεθνές ζήτημα. Είναι καρπός της άρνησης ενός λαού αυτόχθονος, ιστορικού και αναμφισβήτητα ελληνικού, ν' αποδεχθεί τα τετελεσμένα του ιμπεριαλισμού. Ο αμοραλισμός της διεθνούς ισχύος και η αδυναμία του ελλαδικού κράτους απέκλεισαν τους Βόρειους Ηπειρώτες από το ύψιστο δημοκρατικό δικαιώμα της αυτοδιάθεσης και της συμμετοχής τους στον ενιαίο πολιτικό οργανισμό του ελληνικού έθνους. Η Βόρειος Ήπειρος, απελευθερωμένη τρεις φορές από τον ελληνικό στρατό (απελευθερωτικοί Βαλκανικοί Αγώνες 1912-13, Α΄ Παγκόσμιος 1915-18, Αλβανικό Έπος 1940-41) και μία φορά με τον Αυτονομιακό Αγώνα των ίδιων των Βορειοηπειρωτών το 1913-14, κατάφερε προς στιγμήν να κερδίσει κάποια προνόμια και μια περιορισμένη αυτονομία με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας το 1914, που κατοχύρωσε τα δικαιώματα τους στη γλώσσα, τη θρησκεία και τη διοίκηση, καθώς και ν' αποστείλει Βορειοηπειρώτες βουλευτές στην Ελληνική Βουλή του 1915-20. Στη συνέχεια, κατάφερε να επιβιώσει όπως-όπως, εντός της Αλβανίας, ως τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου και πάλι τα παιδιά της οδήγησαν τον ελληνικό στρατό ενάντια στους Ιταλούς φασίστες και τους Αλβανούς Μπαλλίστες. Και ενώ οι Σύμμαχοι δημοσίως δεσμεύθηκαν για την παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου -όπως άλλωστε και για την Κύπρο και τα Δωδεκάνησα- το θέμα παρέμεινε εκκρεμές. Είναι το μοναδικό εκκρεμές ζήτημα ενώπιον των 4 νικητών υπουργών των Εξωτερικών ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Μεγάλης Βρεταννίας και Γαλλίας από το 1946. Μετά την ελληνική προσφυγή τοποθετήθηκε κατ' αρχήν για συζήτηση μετά το αυστριακό ζήτημα και στη συνέχεια μετά το γερμανικό, και έκτοτε εκκρεμεί: Το αυστριακό λύθηκε, το γερμανικό, επίσης, με την επανένωση των δύο Γερμανιών, το βορειοηπειρωτικό -θεωρητικά- παραμένει, αφού καμία ελληνική κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να το θέσει. "Όταν στα μέσα του 1990, άρχισαν συνομιλίες μεταξύ του Συμβουλίου των 4 (νικητών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου) και των εκπροσώπων των δύο Γερμανιών, η Ελλάδα έπρεπε αμέσως να προσφύγει σε αυτό. Δυστυχώς, η ευνοϊκή συγκυρία χάθηκε ανεπιστρεπτί και το ανοσιούργημα ολοκληρώθηκε, όπως αναφέρει ο πρέσβυς ε.τ. Α. Κοραντής, με την υπογραφή την 21η Μαρτίου 1996, του Συμφώνου φιλίας, συνεργασίας και καλής γειτονίας με το οποίο η Ελλάδα, μετά 82 χρόνια, αναγνώριζε την εδαφική ακεραιότητα της Αλβανίας1". Κλείνει έτσι, το ζήτημα της εδαφικής πτυχής που εκκρεμούσε από το 1912, με ισχυρά χαρτιά στα χέρια της ελληνικής πλευράς τη Συμφωνία της Κέρκυρας του 1914 και τη Συμφωνία (Πρωτόκολλο) της Καπεστίτσας του 1920.
Γ) Η ελληνική μειονότητα στην Αλβανία
Σύμφωνα με τα στοιχεία των ελληνικών προξενικών αρχών της Ν. Αλβανίας, πριν από τον πόλεμο, ανερχόταν σε 200.000 - 250.000 άτομα. Οι αλβανικές αρχές από την άλλη πλευρά, έχουν τελείως αντίθετη άποψη για το θέμα αυτό. Υποστηρίζουν ότι υπάρχει μόνο μια μικρή μειονότητα, της οποίας ο αριθμός κυμαίνεται μεταξύ 50.000 - 59.000 ατόμων... Αποτέλεσμα της πολιτικής εξαλβανισμού που υιοθετήθηκε στην Αλβανία σε όλη την 45ετία του σταλινικού καθεστώτος, ήταν:
1) Ο περιορισμός της εθνικής ελληνικής μειονότητας.
2) Η αναγνώριση σαν περιοχών "μειονοτικών" μόνο των περιοχών Βούρκου επαρχίας Αγίων Σαράντα και Δρόπολης - Αργυροκάστρου -όχι όμως και οι πόλεις Αργυρόκαστρο και Άγιοι Σαράντα- των επαρχιών αυτών που είναι σχεδόν αποκλειστικά ελληνικές.
3) Η αναφορά στους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου ως μειονοτικούς, "χωρίς εθνικό χαρακτηρισμό".
4) Ο εξαλβανισμός επωνύμων και τοπωνυμίων μετά το 1967.
5) Η μη αναγνώριση, κανενός δικαιώματος στις περιοχές με συντριπτική υπεροχή του ελληνικού στοιχείου ή περιοχές με μεικτούς πληθυσμούς όπως η Χειμάρα, Πρεμετή, Κορυτσά, Λεσκοβίκι, χωριά Αυλώνας κ.ά. Οπωσδήποτε η αδυναμία ελέγχου των αλβανικών στατιστικών, καθώς και η συνεχής προσπάθεια εξαλβανισμού δεν παρέχει τη δυνατότητα ακριβούς υπολογισμού2". Άλλωστε, η οργάνωση ΟΜΟΝΟΙΑ της ελληνικής μειονότητας από την αρχή της δράσης της, ανέφερε ότι η ελληνική μειονότητα υπερέβαινε κατά πολύ τις 200.000 και πλησίαζε τις 300.000, ενώ στην επίσημη αλβανική στατιστική του 1988, καταγράφονταν μόνο 58.000 μέλη, στοιχεία τα οποία αμφισβητούσε έντονα η οργάνωση ΟΜΟΝΟΙΑ. Έντονη είναι και η αμφισβήτηση του χώρου που κατοικείται από την ελληνική μειονότητα, αφού οι Αλβανοί αναγνωρίζουν ως "μειονοτικές" μόνο τις περιοχές του Βούρκου Αγίων Σαράντα και Δρόπολης Αργυροκάστρου (δηλαδή τα 99 ή 101 χωριά), ενώ ο χώρος της γεωγραφικής διασποράς των Ελλήνων της Αλβανίας είναι σήμερα όλη η Αλβανία και ο μητρικός χώρος τους (ο χώρος προέλευσής τους) είναι ολόκληρος η Βόρειος Ήπειρος. Για αυτήν την υπαρκτή εθνική ελληνική μειονότητα απαιτούμε όλα τα δικαιώματα που ισχύουν για όλες τις αντίστοιχες μειονότητες όπου γης, όπως αυτά απορρέουν μέσα από τις διακηρύξεις του Ο.Η.Ε., της ΔΑΣΕ, των Οργανώσεων για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Δ) Το δικαίωμα των Βορειοηπειρωτών στην αυτοδιάθεση - ύπαρξη
Με βάση τόσο το Διεθνές Δίκαιο όσο και το Δίκαιο των Λαών, καθοριστικό δικαίωμα ύπαρξης ενός λαού ή μιας εθνότητας είναι το δικαίωμά του στην αυτοδιάθεση. Και είναι απορίας άξιον που παραγνωρίζεται αυτό το στοιχειώδες δικαίωμα για αυτοδιάθεση - ύπαρξη του βορειοηπειρωτικού λαού, αναπόσπαστου τμήματος του Ελληνισμού, από τους ίδιους που ζητούν αυτοδιάθεση για άλλους λαούς ή εθνότητες. Ιδιαίτερα η Αλβανία που επίσημα ή ανεπίσημα με κάθε τρόπο προωθεί την αυτοδιάθεση - ένωση με το Κοσσυφοπέδιο (Κόσοβο), που κατοικείται κατά πλειοψηφία από Αλβανούς, οφείλει να σεβαστεί τους Βορειοηπειρώτες και τον χώρο στον οποίο κατοικούν από αρχαιοτάτων χρόνων, στη Β. Ήπειρο. Γιατί μη λησμονούμε ότι:
- Κάθε λαός έχει δικαίωμα ύπαρξης.
- Κάθε λαός έχει δικαίωμα σεβασμού της εθνικής και πολιτιστικής του ταυτότητας.
- Κάθε λαός έχει το δικαίωμα να κατέχει ειρηνικά το έδαφός του και να επιστρέφει σε αυτό, εάν διωχθεί.
- Κανείς δεν μπορεί εξαιτίας της εθνικής ή πολιτιστικής του ταυτότητας να γίνει αντικείμενο σφαγής, βασανιστηρίων, καταδίωξης, εκτόπισης, απέλασης ή να υποβληθεί σε συνθήκες διαβίωσης τέτοιες που να θέτουν σε κίνδυνο την ταυτότητα ή την ενότητα του λαού στον οποίο ανήκει (Από την Παγκόσμια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων των Λαών, Αλγέρι 1976). Έτσι δεν είναι καθόλου άκαιρη η απαίτησή μας για αυτοδιάθεση των Βορειοηπειρωτών και αυτονομία στη Βόρεια Ήπειρο, με υποστήριξη από την Ελλάδα. Τα ίδια δικαιώματα ισχύουν και για τους Κοσοβάρους και τους Βορειοηπειρώτες. Μόνο πάνω σε αυτή τη βάση μπορεί ν' αναπτυχθεί μια οποιαδήποτε ελληνοαλβανική φιλία. Στη βάση της ισοτιμίας, της καλής γειτονίας, των κοινών πολιτιστικών σχέσεων και εκφράσεων, αφού διευκρινισθεί ότι προϋπόθεση είναι το δικαίωμα των Βορειοηπειρωτών στην αυτοδιάθεση - ύπαρξη3". Και ως μονόδρομος, προκειμένου να φτάσουμε σε αυτό το επίπεδο, αναδεικνύεται ένας: αυτός της οικονομικής ανάπτυξης της περιοχής και της άμεσης σχέσης με την Ελλάδα. Επιβάλλεται η παραμονή του ντόπιου πληθυσμού στις εστίες του. Το ελληνικό κράτος και η ελληνική ιδιωτική πρωτοβουλία, όπως και οι εθνικοτοπικοί Σύλλογοι, καλούνται άμεσα σ' έργο εθνικό.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
(1) Κώστας Χατζηαντωνίου, όπ.π.
(2) Γιώργος Παπαγιαννόπουλος: "Βορειοηπειρωτικό ζήτημα και Ελληνοαλβανικές σχέσεις", στο συλλογικό έργο "Η Ελληνική Ουτοπία" "Εναλλακτικές εκδόσεις Αιγαίον", Αθήνα 1993.
(3) Βαγγέλης Νάτσιος - Γιώργος Παπαγιαννόπουλος, Εισήγηση εκ μέρους της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα και την Αυτοδιάθεση των Λαών, όπ.π.

Γιώργος Παπαγιαννόπουλος, εφημερίδα "Χριστιανική",16-5-02



Τρεις πόλεις της Μεσογείου


Αθήνα:
Αντικρυζόμενη μακρόθεν από άλλα σημεία, η πόλις δίδει την εντύπωσιν μεγάλου άστεως ονειρικού, όπου, εν μέσω του πλέγματος των διασταυρούμενων οδών αναπτύσσεται και υψώνεται ως πόλις των μεγιστάνων. Και ενώ αι πτωχικαι συνοικίαι παρέχουν, ως επί τω πλείστον, την εντύπωσιν των ριφθέντων επί ενός τάπητος κύβων, ή των εκβρασθέντων κογχυλίων επί μιας ακτής (ακ΄της αμμώδους της οποίας το χρώμα που επικρατεί είναι η ώχρα και εις πολλά άλλα σημεία η ανοικτή απόχρωσις του αργίλου) αι πλούσιαι συνοικίαι, με τα μέγαρα και τας πολυόροφους κατοικίας, δίδουν αι συνοικίαι αυταί, μακρόθεν, την εντύπωσιν, ότι η πόλις ανεγέρθη μεν από μεγαστάνας, αλλά καταλυθείσης μιας παλαιάς αρχής, η πόλις ανηγέρθη μεν από μεγιστάνας, αλλα καταλυθείσης μιας παλιάς αρχής, η πόλη ερημώθη και λιάζεται έκτοτε τελείως κενή, αλλά με έντονο ηδυπάθειαν από το ζωηρό φωτίζοντα αυτήν ήλιον, που εις χώραν αυτήν καταυγάζει τα πάντα και το πρωί ενωρίς, και ολίγον προ της δύσεώς του ακόμη, με ανέσπερον φωτοχυσίαν, σχεδόν ωσάν να επρόκειτο περί διηνεκού, περί αέναου αιχμιέσης μεσημβρίας. Μήπως η γοητεία της πόλεως αυτής οφείλεται εις την ψυχήν της και εις τον έχοντα μιαν απίστευτην αριστοκρατικήν ευγένειαν, ακόμη και εις τας στιγμάς της χυδαιότητος και της αγριότητος του λαού της;
(Ανδρέα Εμπειρίκου : Άρμαλα ή, εισαγωγή σε μια πόλη, 1967)

Ναμπλούς:
Λίγο νοτιότερα πάλι στη Μεσόγειο. Συγκεκριμένα στην παλαιστινιακή γη. Ευλογημένη και καταραμένη. Ευλογημένη από τους θεούς , με κυβόσχημα λευκά σπίτια χυμένα σε τάπητα πρασινοκίτρινο. Της καλλιεργήσιμης πεδιάδας και της γειτονικής ερήμου. Πόλη παλαιά με τον πυκνό ιστό στον κεντρικό πυρήνα, η πόλη καινούργια γύρω-γύρω με πολυκατοικίες και αυθαίρετα. Με προσφυγικά στρατόπεδα παλαιστίνιων εκδιωχθέντων. Βιαίως και ουδόλως ερωτηθέντων. Μια πόλη μεσογειακή, μια πόλη του κόσμου.
Καταραμένη από τους γήινους "εκπρόσωπους" των θεών.
Αυτών που ερμηνεύουν και επιβάλλουν την θέλησή του (δικού τους αυθαίρετου) Θεού, αυτών που ερμηνεύουν κατά το δοκούν. Βομβάρδισαν τα γειτονικά προσφυγικά στρατόπεδα, βομβάρδισαν κα διέλυσαν την παλαιά πόλη, οι σύγχρονοι βάρβαροι. Τρέχουν αλαφιασμένοι όσοι επέζησαν στα στενοσόκακα. Άνδρες και γυναίκες στο πουθενά. Ναμπλούς, Ναμπλούς, που δεν μπορείς να γιατρέψεις τα παιδιά σου, που δεν μπορείς μήτε να τα θάψεις. Ναμπλούς που η Αραβική κραυγή, σου σχίζει τον καταγάλανο ουρανό άνωθέν σου, αλλά δεν υπάρχουν στα γειτονικά, Αραβικά ή Ευρωπαικά να την ακούσουν. (καλά για τα άλλα τα εβραικά ή τα αμερικανικά, δεν μιλάμε. Τούτα είναι βουλωμένα από χρόνια.)
Και πλάι σου, η μαρτυρική αδερφή σου η Τζενίν.
Που την ισοπέδωσαν οι απόγονοι του Αλάριχου.
Που δεν επιτρέπουν ούτε σε επιτροπή του ΟΗΕ να την επισκεφθεί, για να διαπιστώσει το μέγεθος του εγκλήματος.
Που δεν μπορείς ούτε περίπατο να κάνεις, έτσι κι αλλιώς που να πας;
Κάννες εισβολέων σε σημαδεύουν, από παντού Δεν έμειναν όρθιες ούτε οι ασπρισμένες μάντρες. Οι ερωτευμένοι θα ζουν προσωρινά τον ερωτά τους επί του μακρόθεν, τα παιδιά θα μαθαίνουν γράμματα στο σπίτι, ο μπαμπάς θα ονειρεύεται ότι θα εκπαιδευθεί στα όπλα όταν έλθει η σειρά του. Οφθαλμόν αντί οφθαλμού. Η πόλη σιγά-σιγά θα συρρικνώνεται, ώσπου η σκόνη που σήκωσαν τα ερπυστριοφόρα των νέο βαρβάρων την σκεπάσουν.
(Αλήθεια πως γίνανε έτσι εύκολα) τα θύματα θύτες;)
Αυτήν και τους κατοίκους της. Ζωντανούς ή νεκρούς. Θα μείνει μόνο η αιωρούμενη ψυχή της να αναρωτιέται εις τους αιώνας γιατί;
Μια πόλη που σύντομα θα προστεθεί στις γειτονικές υπάρχουσες πόλεις, τις αναφερόμενες στη Βίβλο που υπήρχαν (και δεν υπάρχουν πια).
Από την ιστορία : Στην αρχαιολογία.
Όσο για τον αποκλεισμένο Ναό της Θείας Γέννησης στην διπλανή Βηθλεέμ.
Ακόμη παζαρεύουν. Υπό τα όμματα του Θείου βρέφους. Χωρίς αιδώ ξετσίπωτοι.
Αθήνα - Ναμπλούς - Τζενί:
Τρεις πόλεις, τρεις (ή δυο;) ιστορίες.
Στην Μεσόγειο.
Σε απόσταση αναπνοής.

Γιώργος Παπαγιαννόπουλος, ΜΕΤΡΟΡΑΜΑ 17/05/2002




Αθήνα πολλών ταχυτήτων


Αθήνα, κόρη του ουρανού, έλεγε το τραγούδι της δεκαετίας του΄60. Πέρασε πολύς καιρός από τότε, είναι αλήθεια. Η Αθήνα μεγάλωσε(κι΄άλλο), γιγαντώθηκε, αλλά δεν ομόρφυνε. Έχασε την παλαιά της ταυτότητα, χωρίς να αποκτήσει νέα. Τα χαρακτηριστικά κτίρια της πόλης, οι πολυκατοικίες της αντιπαροχής, δεν επαρκούνγια να απογειωθεί, να μεταβάλει άποψη και εικόνα μια πόλη η οποία κρατάει την αρχιτεκτονική και τους αρχιτέκτονες δημιουργούς υπό περιορισμόν. Στις παλαιές της γειτονιές, οι κάτοικοι είναι πλέον άλλοι. Τώρα δεν είναι μέτοικοι της Πελοποννήσου ή εξ ορεινής Ηπείρου οι γείτονες, αλλά από την Γκάνα, το Πακιστάν, τη Νιγηρία, τα Βαλκάνια. Πλουμιστή και πολυφυλετική, τούτη η πρωτεύουσα του νότου παρέχει σε όλους, παλαιότερους και νεότερους κατοίκους της, λίγα ςεφόδια. Μπλοκαρισμένοι από τα Ι.Χ. δρόμοι, σπασμένα ή απροσπέλαστα πεζοδρόμια, ταλαιπωρία στις μετακινήσεις. Λίγες θέσεις παρκαρίσματος, λίγο πράσινο, εγκαταλελειμμένοι οι κοινόχρηστοι χώροι. Σπανίζει η μυρωδιά από τα γιασεμιά. Πλάι σ΄αυτά πάντα, ο αγώνας για το μεροκ΄'αματο, για μια καλύτερη ζωή, η ελπίδα πάντα ζωντανή. Των νέων, των γυναικών, των συνταξιούχων, των μεταναστών. Των παιδιών στα σχολεία, για ένα καλύτερο αύριο. Αθήνα της πυκνοκατοικημένης Κυψέλης, του ευρωπαϊκού Χονγκ Κόνγκ. Αθήνα της Μηλιώνη, του χαριεντίσματος και των ραδιουργιών. Αθήνα λαϊκή, περήφανη, στο μοναστηράκι και στο πρωϊνό Ψυρρή της βιοπάλης. Αθήνα αθηναίων Βορείων προαστείων, που ανεβοκατεβαίνουν την Κηφισίας και τη μεσογείων με τα τέσσερα επί τέσσερα Ι.Χ. Αθήνα του σύγχρονου "Μετρό" και των αργόσυρτων λεωφορείων. Αθήνα, με τα παιδιά των φαναριών, αλλόγλωσσα, με χαρτομάντηλα ή λουλούδια ανά χείρας, σ΄ένα σκληρό αλλά πολύχρωμο μεροκάματο. Αθήνα, διαμαντόπετρα, πολύφωνη, πολύβουη, όμορφη και σακάτισσα, ώρες-ώρες μοιάζεις να χάνεις το τρένο, εκείνο που ονειρεύτηκες να σε οδηγήσει στο νέο αιώνα. Πρωτεύουσα εσύ, ισότιμη ανάμεσα στις άλλες Πρωτεύουσες της Οικουμένης. Ώρες-ώρες μοιάζεις φτωχή επαρχιώτισσα, εξαπατημένη, ανήμπορη. Μιζέρεψες με ψευτομαστορέματα, με καγκελάκια. Και περιμένεις να έρθει η νύχτα, να πάρουν φωτιά τα όργανα, να ζεσταθούνε οι ψυχές, να μαζευτούνε οι παρέες για να επανέλθει η θέρμη και η ορμή σου, να πάρεις δύναμη και κουράγιο για την επόμενη μέρα. Πράγματι, σαν κάτι να λείπει: η ορμή, η πίστη, η διαθεσιμότητα. Σ΄αυτή την Αθήνα των πολλών ταχυτήτων, έχουμε ανάγκη, πρωταρχικά, από ένα όραμα. Από αναθέρμανση των σχέσεων μας. Από πλατείες ανθρώπινης συνάθροισης, αλληλεγγύης και συμμετοχής. Άλλωστε, "η μέριμνα μιας πόλης για τον ανοιχτό, δημόσιο χώρο είναι δείκτης της ανθρώπινης διάστασής της, όπως και η ικανότητα των κατοίκων να προστατεύσουν αυτούς τους χώρους είναι δείκτης του επιπέδου της αστικής συνείδησής τους"(Γ.Σημαιοφορίδης). "Της γης το δαχτυλίδι"!

Γιώργος Παπαγιαννόπουλος, ΜΕΤΡΟΡΑΜΑ 20/03/2002


Επιστροφή στην αρχική σελίδα


Η αρχική σελίδα φιλοξενίας Συγγραφέας

Επικοινωνήστε με τον Γιώργο Παπαγιαννόπουλο: